Μιλάς για φεστιβάλ και μουσική και... φλασάρεις αμέσως στο Woodstock. Το οποίο βέβαια δεν αποτέλεσε μια τόσο απλή ιστορία διότι ήταν αυτό που πυροδότησε στη συνείδηση των νέων -τότε- την ύπαρξη της δύναμής τους και το πως θα μπορούσαν, μέσω της μουσικής, να πάρουν ενεργά μέρος στο κίνημα για την παγκόσμια ειρήνη. Πάντως, ακόμα και ως όνειρο κάτι τέτοιο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τολμηρό για τους περίπου 400.000 νέους, που συγκεντρώθηκαν τότε στο Woodstock.
Το συναίσθημα που κυριαρχούσε, ήταν η αγάπη, που υπήρχε διάχυτη, περισσότερο σαν εξωτερική στάση παρά σαν εσωτερική δύναμη. Όλοι γνώριζαν πως για να βρίσκονται στο συγκεκριμένο χώρο, τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή, θα έπρεπε να αγαπούν. Δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να αμφισβητήσει ότι οι προθέσεις τους ήταν ειρηνικές, Αυτό άλλωστε αποδεικνύεται περίτρανα από το ότι δεν δημιουργήθηκε κανένα επεισόδιο. Βέβαια, την ηγεσία αυτού του "κράτους", την είχαν μουσικοί και μάλιστα η "αφρόκρεμα" της εποχής εκείνης. Στο Woodstock υπάρχει ακόμη ένα παράδοξο. Αν και η διάρκειά του υπήρξε βραχεία, αφού ήταν μόλις τριών ημερών, κατάφερε ουσιαστικά να διαρκεί και θα συνεχίσει να διαρκεί, ακόμα κι αν έχουν περάσει σχεδόν 45 χρόνια από τότε.
Όλα άρχισαν σαν... καλαμπούρι, όταν οι John Roberts και Joel Rosenman συναντήθηκαν σ' ένα γήπεδο του γκολφ. Ο μεν πρώτος ήταν κληρονόμος "μυθικής" περιουσίας που ξεπερνούσε τα 4.000.000 δολάρια, ο δε δεύτερος ήταν γιος διάσημου οδοντιάτρου και είχε αρκετά χρήματα ώστε να ξεκινήσει τη ζωή του. Ήταν το 1966, όταν οι δυο φίλοι πήραν την απόφαση να δημοσιεύσουν την παρακάτω αγγελία: "Νεαροί με απεριόριστο κεφάλαιο, ενδιαφέρονται για νόμιμες επιχειρήσεις".
Δεν πρόλαβε να περάσει μια εβδομάδα και είχαν λάβει πάνω από 500 επιστολές μια διάφορες προτάσεις. Καμία όμως δεν τους κέντριζε το ενδιαφέρον. Μια μέρα, ο δικηγόρος τους τους παρουσίασε δύο "περίεργους" τύπους. Ήταν ο Michael Lang που, αν και πλούσιος, είχε την... τρέλα να παριστάνει το φτωχο και ο Artle Kornfeld. Ο Lang (εξαιρετικά ιδιόρρυθμος) διατηρούσε ένα head shop, δηλαδή ένα μαγαζί που διαπραγματεύεται ό,τι έχει σχέση με ψυχεδέλεια (από ελαφρά παραισθησιογόνα, μέχρι δίσκους), ενώ παράλληλα ενίσχυε οικονομικά περιθωριακά περιοδικά στη Φλόριντα. Ο ίδιος προχώρησε στην έκδοση άλλων εντύπων για να ανακατευτεί τελικά με το ποπ φεστιβάλ του Μαϊάμι. Ο Kornfeld (πιο σοβαρός) ήταν διοικητικό στέλεχος στην Capitol Records. Ποια ήταν όμως η ιδέα των δύο αυτών τύπων; Να ιδρύσουν στη Νέα Υόρκη ένα τεράστιο συγκρότημα, το οποίο να περιλαμβάνει αίθουσες ακροάσεων, στούντιο και χώρους για πρόβα, ένα χώρο δηλαδή όπου ο κάθε συνθέτης θα αισθανόταν σαν στο... σπίτι του και θα μπορούσε να δημιουργήσει. Ως τοποθεσία, πρότειναν το Woodstock, περιοχή που θεωρείτο "χάι" στους κύκλους των διανοουμένων. Συνηγορούσε επίσης ότι εκεί βρισκόταν και το σπίτι του μεγάλου Bob Dylan. Η πρόταση έγινε δεκτή από τους δύο πλούσιους φίλους, οι οποίοι δραστηριοποιήθηκαν αμέσως. Πολύ γρήγορα, χτίστηκαν τα στούντιο και οι αίθουσες δοκιμών.
Η εταιρεία
Έτσι, για να γιορτάσουν το γεγονός και να γίνει γνωστή η επιχείρηση στο ευρύ κοινό, ο Kornfeld πρότεινε να διοργανωθεί μουσικό πάρτι, στο οποίο θα πρωταγωνιστούσαν καλλιτέχνες της περιοχής, όπως ο Bob Dylan που προαναφέραμε (και που τελικά δε συμμετείχε στο φεστιβάλ) και ο Tim Hardin. Αλλά οι τέσσερις συνεργάτες δεν σταμάτησαν εκεί. Ο Lang έκανε τον μάνατζερ σε διάφορα συγκροτήματα, ο Kornfeld ήταν παραγωγός και στιχουργός των Cowsills, όμως χάρη στην ιδιότητά του ως υπεύθυνος ρεπερτορίου και καλλιτεχνών της Capitol, είχε την ευκαιρία να γνωρίσει πάρα πολλούς μουσικούς και συγκροτήματα. Ο διορατικός Roberts, βλέποντας πως η υπόθεση είχε... ψωμί και μια κι αυτός θα τοποθετούσε το 90% του κεφαλαίου, πρότεινε την επέκταση της ιδέας σε διήμερο, ή τριήμερο φεστιβάλ. Οι υπόλοιποι δεν είχαν αντίρρηση και συμφώνησαν. Έτσι, δημιουργήθηκε η Woodstock Ventures Incorporated. Οι αρμοδιότητες χωρίστηκαν. Οι δύο ανέλαβαν οικονομικοί διαχειριστές και οι άλλοι δύο τη βασική διοργάνωση. Όλα πλέον ήταν έτοιμα. Κανείς όμως δεν περίμενε αυτό που θα γινόταν...
Οι διοργανωτές υπολόγιζαν στην προσέλευση περίπου 50.000 θεατών. Όμως κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο να γίνει στις περιοχές γύρω από το Woodstock. Έτσι, αποφάσισαν να προχωρήσουν στην ενοικίαση τεράστιας έκτασης γης, ιδιοκτήτης της οποίας ήταν κάποιος Howard Mills, αντί 10.000 δολαρίων. Οι "τέσσερις", έπεισαν το δήμαρχο, τον ιδιοκτήτη και το δημοτικό συμβούλιο ότι στην εκδήλωση θα συμμετείχαν κυρίως μουσικοί της jazz και της folk. Όμως λογάριαζαν χωρίς τον... ξενοδόχο, που στην προκειμένη περίπτωση ήταν κάτοικοι της περιοχής, οι οποίοι όταν ανακάλυψαν ότι στο φεστιβάλ θα συμμετείχαν μόνο "βρόμικοι" χίπις, έγιναν έξω φρενών.
Προβλήματα
Το αποτέλεσμα όλων αυτών, ήταν να ακυρωθεί η απόφαση του δημοτικού συμβουλίου. Κι αυτό, ενώ ήδη είχαν εξαντληθεί τα 50.000 εισιτήρια που είχαν διατεθεί. Η όλη διοργάνωση βρισκόταν κυριολεκτικά στον "αέρα". Τελικά, ο Lang έπεισε τον μεγαλοκτηματία Max Yasgur να του παραχωρήσει ένα μέρος της φάρμας του, που βρισκόταν στο Bethel. O Yasgur δέχτηκε (με το... αζημίωτο φυσικά, καθώς απαιτούσε πενταπλάσιο ποσό από τον Mills), να νοικιάσει την εν λόγω έκταση, όμως οι διοργανωτές έπρεπε να υπακούσουν στις απαιτήσεις του συμβουλίου του Bethel, να έχουν περάσει τα σχέδια από υγειονομικές και αστυνομικές αρχές και να ελαττώσουν τον αριθμό των εισιτηρίων στα 40.000. Ο τρίτος όρος δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Έπειτα από συσκέψεις και κόντρα συσκέψεις, όλα τα προβλήματα ξεπεράστηκαν και το φεστιβάλ ήταν έτοιμο ν' αρχίσει. Ήταν Πέμπτη 14 Αυγούστου 1969 και τα πλήθη είχαν αρχίσει ήδη να συρρέουν στο Woodstock. Το κυκλοφοριακό πρόβλημα ήταν απίστευτο. Τα αυτοκίνητα δεν ήταν δυνατό να κινηθούν. Η αστυνομία της Νέας Υόρκης έστειλε ολόκληρο σώμα, για να προστεθεί στην ήδη υπάρχουσα δύναμη. Την τάξη ανέλαβαν να τηρούν και οι Hog Farm, η αλτρουιστική κομμούνα, με αρχηγό τον Wavy Gravy. Πολλοί μάλιστα υποστηρίζουν ότι χωρίς τη συμβολή των Hog Farm, το φεστιβάλ θα είχε αποτύχει. Την επόμενη μέρα, τα πράγματα αντί να βελτιωθούν χειροτέρεψαν! Δεν κουνιόταν πλέον τίποτα στους δρόμους. Οι ουρές των αυτοκινήτων ήταν τεράστιες. Σύμφωνα με επίσημη στατιστική της αστυνομίας, το βράδυ εκείνης της Παρασκευής, πάνω από 1.000.000 (!) άτομα προσπαθούσαν να μετακινηθούν στο Woodstock. Ο κόσμος ήταν τόσος πολύς, που οι διοργανωτές ανακοίνωσαν πως το φεστιβάλ ήταν πλέον ελεύθερο.
Τι άλλο μπορούσαν να κάνουν άλλωστε, τη στιγμή που τα συρματοπλέγματα είχαν διαλυθεί και ο κόσμος μπαινόβγαινε ανεξέλεγκτος. Συνέβηκαν κι άλλα απίστευτα περιστατικά. Το χαρακτηριστικότερο, ήταν η βουτιά ενός νεαρού από τον κεντρικό "πύργο" των φώτων, ύψους 30 μέτρων! Ευτυχώς επέζησε. Και σα να μην έφταναν όλα αυτά, το δελτίο καιρού προέβλεπε πως θα ξεσπάσουν καταιγίδες στην περιοχή...
Πανζουρλισμός επικράτησε όταν το πλήθος αντίκρισε τον πρώτο μουσικό που βγήκε στη σκηνή. Ήταν ο Ritchie Havens που κατευθυνόταν στο κεντρικό μικρόφωνο. Το φεστιβάλ είχε μόλις αρχίσει! Ο Havens, φορώντας αφρικάνικη κελεμπία, έκανε το πλήθος να παραληρεί. Ήταν να βγει 5ος κανονικά, αλλά οι άλλοι δεν ήταν έτοιμοι κι έτσι, μετά και τις πιέσεις του Lang, ο οποίος είχε πανικοβληθεί φοβούμενος ξέσπασμα του πλήθους, αφού η έναρξη είχε ήδη καθυστερήσει δυόμισι ώρες, δέχτηκε να κάνει το "ποδαρικό" στο Woodstock. Μετά τον Havens, βγήκε... θέλοντας και μη (αφού ήταν απροετοίμαστος) ο Country Joe. Τα δύο μεγάλα ονόματα της βραδιάς ήταν χωρίς άλλο ο Arlo Gulhrie και η Joan Baez, οι οποίοι έκλεψαν, όπως άλλωστε αναμενόταν, την παράσταση. Μετά, ήταν η σειρά των Tim Hardin, Bert Sommer και της εντυπωσιακής Melanie. Η πρώτη μέρα έκλεισε με τους Ravi Shankar, τους Sweetwater και τους Incredible String Band. Το Σάββατο 16 Αυγούστου 1969, το φεστιβάλ του Woodstock φιγουράριζε στην πρώτη σελίδα των "New York Times", οι οποίοι πάντως μεγαλοποιούσαν υπερβολικά το γεγονός, γράφοντας για μεγάλες ποσότητες ναρκωτικών που διέθεταν οι παρευρισκόμενοι. Ισχυρίστηκε μάλιστα ότι είχαν ρίξει LSD στη λίμνη!
Ενθουσιασμός
Το πλήθος είχε φτάσει στο "ζενίθ" του ενθουσιασμού του. Η βροχή που ξέσπασε το βράδυ της Παρασκευής, κράτησε ολόκληρο το Σαββατοκύριακο. Η λάσπη αυξανόταν, αλλά αυτό δεν πτοούσε τον κόσμο. Το show άνοιξε ένας ανεπίσημος προσκεκλημένος, ο John Sebastian, τον οποίο είδαν στα παρασκήνια και τον παρακάλεσαν να βγει στη σκηνή. Αυτός δέχτηκε, παρότι ήταν μαστουρωμένος! Η συνέχεια ήταν εντυπωσιακή: Canned Heat, Janis Joplin, Who, Santana, Grateful Dead, Sly & The Family Stone, Mountain, Quill, Keet Hartley Band και Creedence Clearwater Revival. Όλοι οι μουσικοί μιλούσαν με θαυμασμό για την εμπειρία που είχαν ζήσει.
Η Κυριακή, ήταν η μόνη μέρα που τα πράγματα τέθηκαν υπό έλεγχο. Ευτυχώς δηλαδή, διότι μετά την εμφάνιση των Volunteers και όταν στη σκηνή βγήκε ο Joe Cocker, ξανάρχισε να βρέχει. Ακολούθησαν κατά σειρά οι Blood Sweat & Tears και οι Ten Years After. Την εκδήλωση έκλεισε ξημερώματα Δευτέρας, μέσα σε "βουνό" σκουπιδιών και λάσπης, ο θρυλικός Jimi Hendrix. Το τελευταίο τραγούδι ήταν μια ψυχεδελική διασκευή του "The Star Spangled Banner". Ανατριχιαστικό!
Τη Δευτέρα το μεσημέρι όλα είχαν τελειώσει, αλλά οι "New York Times" συνέχιζαν το... χαβά τους, προσπαθώντας να μειώσουν το φεστιβάλ...
Η Κυριακή, ήταν η μόνη μέρα που τα πράγματα τέθηκαν υπό έλεγχο. Ευτυχώς δηλαδή, διότι μετά την εμφάνιση των Volunteers και όταν στη σκηνή βγήκε ο Joe Cocker, ξανάρχισε να βρέχει. Ακολούθησαν κατά σειρά οι Blood Sweat & Tears και οι Ten Years After. Την εκδήλωση έκλεισε ξημερώματα Δευτέρας, μέσα σε "βουνό" σκουπιδιών και λάσπης, ο θρυλικός Jimi Hendrix. Το τελευταίο τραγούδι ήταν μια ψυχεδελική διασκευή του "The Star Spangled Banner". Ανατριχιαστικό!
Τη Δευτέρα το μεσημέρι όλα είχαν τελειώσει, αλλά οι "New York Times" συνέχιζαν το... χαβά τους, προσπαθώντας να μειώσουν το φεστιβάλ...
Μερικοί από τους πρωταγωνιστές του Woodstock:
O Ritchie Havens, που άνοιξε το "χορό"...
Οι Who, που λέγεται πως δεν ξανάπαιξαν ποτέ όπως εκείνο το βράδυ στο Woodstock...
O Joe Cocker...
Και φυσικά ο Jimi Hendrix, που έκλεισε με τρόπο μοναδικό το φεστιβάλ!